Κυριακή 25 Ιουνίου 2017

Πίσω απ' την κουρτίνα των social media

Αν περιμένατε ένα άρθρο που να προσπαθεί να αναλύσει το τι πραγματικά συμβαίνει και τι εταιρικά συμφέροντα κρύβονται πίσω από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook και το Twitter, μάλλον στήσατε ένα clickbate μέσα στο μυαλό σας και πέσατε θύμα του. Αντί αυτού, θα προσπαθήσω να δω κάποια πράγματα από μια άλλη ματιά.

Από τότε που τα social media έχουν μπει για τα καλά στη ζωή μας, δεν είναι λίγοι εκείνοι που προσπαθούν να καταλάβουν γιατί τόσος κόσμος ασχολείται με αυτά, γιατί ανεβάσουν συνέχεια φωτογραφίες με ό,τι κάνουν, γιατί πρέπει να μας νοιάζει το τι κάνουν, και γιατί δεν ξεκολλάνε επιτέλους απ' αυτά. Κι όταν λένε ότι "προσπαθούν να καταλάβουν", στην πραγματικότητα εννοούν ότι δεν μπαίνουν καν στον κόπο αυτό, κι απλώς παριστάνουν τους "διαφορετικούς" και τους "ψαγμένους" για να γκρινιάζουν ασύστολα. Και για άλλη μια φορά έχουμε δύο εντελώς αντίθετα στρατόπεδα. Από τη μία έχουμε αυτούς που δηλώνουν ενάντια στα social media (ακόμη κι όταν χρησιμοποιούν συνέχεια τα social media ως μέσο για να δηλώσουν την αντίθεσή τους στα social media) σε σημείο που πλέον καταντάνε κουραστικοί και γραφικοί, από την άλλη έχουμε αυτούς που νομίζουν ότι η ζωή τους είναι τόσο συναρπαστική και τόσο ξεχωριστή, που πρέπει όλοι μας να μαθαίνουμε για το τι κάνουν, πού είναι, τι τρώνε αυτή τη στιγμή, τι ψώνιζαν, και με ποιο δάχτυλο σκάλιζαν τη μύτη τους. Δύο εντελώς διαφορετικές, μα εξίσου γελοίες συμπεριφορές.

Όμως πέρα απ' τη πλάκα, γιατί μας αρέσει να μοιραζόμαστε ιδέες, σκέψεις, αναμνήσεις, φωτογραφίες, εμπειρίες, ακόμη και προσωπικές στιγμές μας, με άλλους; Είναι άλλο ένα παρακλάδι-σύμπτωμα-γνώρισμα του σύγχρονου πολιτισμικού ρεύματος, ή έχει να κάνει με το γεγονός ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά όντα; Ή μήπως η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση; Όλοι εσείς που μάλλον δεν έχετε ιδέα πώς να χρησιμοποιείτε τα social media σωστά και υπεύθυνα, έχετε ποτέ αναρωτηθεί γιατί έχουμε κολλήσει τόσο πολύ σ' αυτά; Νομίζω πως έχω μια εξήγηση για το φαινόμενο αυτό.

Σύμφωνα με την ψυχολόγο και νευροεπιστήμονα Diana Tamir, η απάντηση στο ερώτημα γιατί μας αρέσει να μιλάμε για εμάς και να μοιραζόμαστε εμπειρίες και σκέψεις ίσως βρίσκεται μέσα στο μυαλό μας. Σύμφωνα με πείραμα που έχει κάνει (με τίτλο "Disclosing information about the self is intrinsically rewarding"), όταν κάποιος απαντούσε σε ερωτήσεις που αφορούσαν τον ίδιο, παρατηρούνταν δραστηριότητα σε δυο εγκεφαλικές περιοχές. Στο κοιλιακό καλυπτρικό πεδίο και στον επικλινή πυρήνα. Αυτές οι δύο περιοχές ανήκουν στη λεγόμενη διάβαση ανταμοιβής. Οι διαβάσεις ανταμοιβής που έχουμε στον εγκέφαλό μας μάς παρακινούν να ανακαλύψουμε με τι νιώθουμε επιβράβευση. Είναι αυτό το αίσθημα χαράς και ικανοποίησης που νιώθουμε όταν αποκτάμε κάτι που όντως χρειαζόμαστε ή που απλά θέλουμε. Το σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου λειτουργεί μέσω της ντοπαμίνης. Ένα ξέσπασα ντοπαμίνης πυροδοτεί αισθήματα ευχαρίστησης, που μας παρακινούν να αναζητούμε επιπλέον επιβράβευση. Είναι το ίδιο σύστημα που εξάπτεται όταν, για παράδειγμα, τρώμε σοκολάτα ή αγοράζουμε ένα βιβλίο του Αρκά. Όμως, είναι και το ίδιο σύστημα που εξάπτεται όταν πίνουμε αλκοόλ, καπνίσουμε, ή παίρνουμε ναρκωτικά. Με άλλα λόγια, το μοίρασμα μπορεί όντως να γίνει ευχάριστο, ακόμη και σε σημείο που μπορεί να γίνει εθιστικό.

Γιατί ενεργοποιείται η ντοπαμίνη όταν μιλάμε για τους εαυτούς μας; Ίσως επειδή οι άνθρωποι είναι κοινωνικά πλάσματα και έχουν την ανάγκη να ανήκουν ή να συνδέονται με άλλους ανθρώπους. Ως μέλος μιας ομάδας, έχεις πολύ περισσότερους πόρους, τροφή και επιλογές αναπαραγωγής, απ' ότι αν είσαι μόνος σου. Κι όταν λέμε πράγματα για τον εαυτό μας, μας βοηθά να γίνουμε μέλη μιας ομάδας και να αυξήσουμε τις πιθανότητες επιβίωσής μας. Και για εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, το να είσαι μέλος μιας ομάδας όντως υπήρξε απαραίτητο για την επιβίωσή μας, και το ίδιο θα συμβεί και στο μέλλον. Ακόμη κι αν δεν μπορούμε να δούμε τα άλλα μέλη της ομάδας, όπως γίνεται στο Facebook και στο Twitter, έχουμε και πάλι την ενστικτώδες ανάγκη για αυτοπροβολή. Με άλλα λόγια, η παρόρμηση μας να μοιραζόμαστε μάλλον είναι κομμάτι της βιολογίας μας. Κομμάτι του εαυτού μας.


Για να το διαπιστώσετε κι εσείς οι ίδιοι, κάντε το εξής πείραμα. Θυμηθείτε πότε ήταν η τελευταία φορά που είχατε την ανάγκη να μοιραστείτε κάτι. Δεν έχει σημασία αν ήταν κάτι που νιώσατε, βιώσατε, σκεφτήκατε, είπατε, ήπιατε, ακούσατε, είδατε, φάγατε, μυρίζατε, αγοράζατε. Δεν έχει σημασία αν ήταν κάτι πολύ σημαντικό ή κάτι εντελώς ασήμαντο. Δεν έχει σημασία αν τελικά το μοιραστήκατε ή όχι. Σημασία έχει να νιώσατε την ανάγκη να μοιραστείτε. Πότε ήταν; Πρόσφατα; Πριν από καιρό; Βασικά, τι λέω; Έχετε νιώσει ποτέ αυτή την ανάγκη; Αν ναι, τότε συγχαρητήρια! Μόλις λύσατε το γρίφο που εσείς οι ίδιοι έχετε θέσει. Η ανάγκη μας να μοιραζόμαστε δεν αποτελεί δημιούργημα των social media, μιας και προϋπήρχε. Πριν το Facebook, είχαμε τα φόρουμ (τα οποία, ευτυχώς, υπάρχουν και σήμερα) και τα άλμπουμ με φωτογραφίες μας στα κινητά τηλέφωνα, για να εκφραζόμαστε και να μοιραζόμαστε προσωπικές μας στιγμές. Ακόμη παλιότερα, είχαμε τα λευκώματα που φτιάχναμε στο σχολείο και τα ένθετα άλμπουμ με φωτογραφίες μας όταν ήμασταν μωρά (αν και δεν ξέρω κανέναν που θα ήθελε να μας δείξει πώς ήταν όταν ήταν μωράκι). Ακόμη παλιότερα υπήρχε κάτι άλλο. Τα social media δεν είναι παρά άλλο ένα βήμα στο μονοπάτι της προσωπικής έκφρασης, μια ανάγκη που την έχουμε εκ γενετής.

 

Και τι γίνεται με όσους περνάνε πάρα πολύ ώρα στα social media; Δεν αποξενώνονται απ' το υπόλοιπο κοινωνικό περιβάλλον εξαιτίας τους; Δε θα έπρεπε να αποτραβηχτούν τελείως απ' αυτά και να βγουν έξω να μιλήσουν με κανονικούς ανθρώπους, έστω και με το ζόρι; Δεν αντιλέγω, όντως τα social media μπορούν να απομονώσουν κάποιον απ' το υπόλοιπο κοινωνικό περιβάλλον. Όμως, ξέρετε και τι άλλο μπορεί να απομονώσει κάποιον απ' το υπόλοιπο κοινωνικό περιβάλλον; Ένα βιβλίο, μια εφημερίδα, ένα περιοδικό, ένα άλμπουμ με φωτογραφίες, ακόμη κι ένα ζευγάρι ακουστικά συνδεδεμένα μ' ένα κασετόφωνο που παίζει τις αγαπημένες μας μελωδίες. Τα πάντα μπορούν να απομονώσουν έναν άνθρωπο απ' το υπόλοιπο κοινωνικό περιβάλλον, κι αυτό δεν είναι πάντα κακό. Ακόμη και ο πιο κοινωνικός άνθρωπος μπορεί να θέλει να μένει λίγο μόνος του, με παρέα του μόνο τις σκέψεις του και κανέναν άλλον. Έτσι μπορείς να ξεκουράσεις το μυαλό σου, να εξερευνήσεις και να ζυμώσεις ιδέες και εμπειρίες, να νιώθεις άνετα χωρίς να φοβάσαι τι θα πουν οι άλλοι, να χαλαρώσεις βρε αδελφέ. Μερικές φορές θέλεις να είσαι μόνος σου, και κάποια πράγματα τα ευχαριστιέσαι καλύτερα όταν είσαι μόνος σου, ακόμη κι αν έχεις περισσότερους φίλους κι απ' την Pinkie Pie. Και μάλιστα υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που τους αρέσει να περνάνε τον περισσότερο χρόνο μόνοι τους, χωρίς όμως να γίνονται αντικοινωνικοί. Πού 'ν' το κακό; Ακόμη και ο ίδιος ο Νίκολα Τέσλα είχε πει ότι το μυστικό της δημιουργίας είναι να είσαι μόνος σου, απαλλαγμένος απ' τον περιττό θόρυβο. Λίγη μοναξιά δεν πείραξε κανέναν. Αντιθέτως, είναι η υπερβολή που πείραξε τους πάντες.

Επίσης, να υποθέσω ότι οι ίδιοι που σήμερα γκρινιάζουν με όσους σερφάρουν στα social media μέσω των smartphone τους, κάποτε θα γκρίνιαζαν με όσους διάβαζαν εφημερίδα στο τρένο, ή με όσους άκουγαν walkman στο λεωφορείο;


Τώρα που ξέρουμε (ελπίζω) γιατί μας αρέσουν τόσο πολύ τα social media, αυτό σημαίνει ότι έχουμε τη δικαιολογία που χρειαζόμαστε για να καθόμαστε ολημερίς και ολονυχτίς μπροστά από μια οθόνη, αποκαλύπτοντας σε αγνώστους τι φάγαμε για βράδυ, τι είδαμε στην τηλεόραση, και τι χρώμα εσώρουχα φοράμε; Όχι. Το να ξέρεις τι προκαλεί ένα φαινόμενο, δε σημαίνει απαραίτητα ότι το δικαιολογείς και το υποστηρίζεις. Σημαίνει ότι θες να ξέρεις τι υπάρχει πίσω απ' την κουρτίνα, αλλά και τι μπορείς να κάνεις για να το χρησιμοποιήσεις σωστά. Κι εγώ κάποτε ήμουν εχθρικός με τα social media, κι αυτό επειδή έβλεπα μόνο την αρνητική τους πλευρά, όπως το ποζεριλίκι και ο τσαρλατανισμός. Όμως ανακάλυψα και τη θετική τους πλευρά. Χάρης στο Facebook είχα την ευκαιρία όχι μόνο να μιλήσω με ανθρώπους που ανέκαθεν θαύμασα (όπως τον Διονύση Σιμόπουλο και τον Γιώργο Στάμκο), αλλά και να γνωρίζω νέους φοβερούς ανθρώπους που αλλιώς ίσως να μην τους συναντούσα ποτέ, καθώς και τη δυνατότητα να ανακαλύψω ειδήσεις και θέματα που κανένα τηλεοπτικό κανάλι και καμία εφημερίδα δεν είχε καλύψει ποτέ. Τα social media είναι ένα εργαλείο, και κάθε εργαλείο έχει μια θετική πλευρά, όταν φυσικά χρησιμοποιείται υπεύθυνα.


Όμως η αρνητική πλευρά εξακολουθεί να υπάρχει. Εξαιτίας της απερίσκεπτης συμπεριφορά μας, οι προσωπικές μας στιγμές μπορούν να αποτελέσουν βούτυρο στο ψωμί μεμονωμένων απατεώνων αλλά και απρόσωπων εταιριών, που μας βλέπουν μόνο ως κινητά πορτοφόλια, καθώς και να αποτελέσουν στόχο για κάθε λογής διαδικτυακού troll, που σπάει πλάκα με το να καταστρέφει τις ζωές των άλλων. Επίσης, το ότι σου αρέσει να ανοίγεσαι και στον υπόλοιπο κόσμο, δε σημαίνει ότι πρέπει να ξέρουν όλοι τι έκανες στην τουαλέτα, και μάλιστα με κάθε άχρηστη και αηδιαστική λεπτομέρεια. Δεν πρέπει να καταργήσουμε τα social media, αλλά ούτε και να γίνουμε δούλοι τους, μοναχικοί σ' έναν ωκεανό "φίλων". Αυτό που προτείνω είναι να προσέχουμε τι μοιραζόμαστε, πού το μοιραζόμαστε, και με ποιους το μοιραζόμαστε. Ένα φίλτρο μεταξύ της σκέψης και του χεριού, μια συνεργασία μεταξύ του συναισθήματος και της λογικής. Άλλωστε, το ότι κάτι είναι στη φύση μας δε σημαίνει ότι δεν μπορούμε να το ελέγξουμε.

Αλλιώς, θα ανακαλύψουμε με οδυνηρό τρόπο ότι πίσω απ' την κουρτίνα των social media δεν κρύβονται μόνο νέοι φίλοι...